ΟΣΙΟΥ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ: Η ΜΕΤΟΧΗ ΣΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Ἡ μετοχὴ στὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας
Τὰ Μυστήρια βιοῦνται
Στὴν Θεία Λειτουργία, Γέροντα, ἔνιωσα ὅτι ὁ Χριστὸς σταυρώθηκε γιὰ μένα καὶ ἀναρωτήθηκα: «Ἐγὼ τί ἔκανα γιὰ τὸν Χριστό;». Τί μπορῶ νὰ κάνω ἀπὸ εὐγνωμοσύνη γι’ αὐτό;
– Ἀρκεῖ νὰ τὸ νιώθης. Ὁ Χριστὸς σταυρώθηκε, θυσιάσθηκε γιὰ μᾶς καὶ τώρα μᾶς δίνει τὸ Σῶμα Του καὶ τὸ Αἷμα Του. Πρέπει νὰ φλέγεται κανείς, ὅταν τὰ σκέφτεται αὐτά.
– Πῶς θὰ νιώσω, Γέροντα, τὸ μεγάλο Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας;
– Τὰ Μυστήρια βιοῦνται. Γιὰ νὰ νιώσης τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, πρέπει νὰ πιστέψης ὅτι ἐκείνη τὴν ὥρα εἶναι παρὼν ὁ Χριστός. Καὶ ὄχι ἁπλῶς νὰ τὸ πιστέψης, ἀλλὰ νὰ τὸ ζῆς.
– Γέροντα, τί θὰ μὲ βοηθήση, γιὰ νὰ συγκεντρώνωμαι στὴν Θεία Λειτουργία;
– Ἄγγελοι συμμετέχουν στὴν Θεία Λειτουργία. «Ταῖς ἀγγελικαῖς ἀοράτως δορυφορούμενον...», ψάλλουμε. Νὰ σκέφτεσαι τί γίνεται ἐκείνη τὴν ὥρα, νὰ προσέχης στὶς αἰτήσεις ποὺ κάνει ὁ ἱερέας καὶ νὰ λὲς τὸ «Κύριε ἐλέησον» μὲ τὴν καρδιά σου. Βλέπω τί σπατάλη γίνεται! Σὲ μιὰ Θεία Λειτουργία πόσες ἀδελφὲς λένε στὰ Εἰρηνικὰ[1] τὸ «Κύριε ἐλέησον»; Τὸ λένε οἱ ψάλτριες ἀπὸ τὸ μουσικὸ βιβλίο καὶ οἱ περισσότερες εὐχαριστιέστε μὲ τὸ ὄμορφο «Κύριε ἐλέησον», χωρὶς νὰ συμμετέχη ἡ καρδιά. Τί ὠφελεῖ ὅμως αὐτό; Ἀκόμη κι ἂν λέτε τὴν εὐχή, ἂν δὲν τὴν λέτε μὲ πόνο, καὶ αὐτὸ δὲν ὠφελεῖ.
– Γέροντα, στὶς ἀγρυπνίες τὴν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας συνήθως λιγοστεύει τὸ κουράγιο μου.
– Αὐτὸ εἶναι καὶ φυσικό, ἀλλὰ ἐδῶ χρειάζεται ἀγώνας. Ἂν κάνης λίγη ὑπομονὴ καὶ βιάσης λίγο τὸν ἑαυτό σου, ἔρχεται ἡ θεία βοήθεια καὶ νιώθεις θεϊκὴ δύναμη. Ἔτσι ξεπερνᾶς τὴν κούραση καὶ μετὰ δὲν θέλεις οὔτε νὰ κοιμηθῆς· ἔχεις τέτοια διάθεση γιὰ πνευματικὰ ποὺ κρατάει ὅλη τὴν ἡμέρα.
– Στὴν Θεία Λειτουργία, Γέροντα, ἐπιτρέπεται νὰ καθήση κανείς;
– Στὴν Θεία Λειτουργία κανονικὰ δὲν καθόμαστε. Ἂν δὲν ἔχη κουράγιο κανείς, μπορεῖ νὰ καθήση, ὅταν λέγεται ὁ Ἀπόστολος. Ἂν ὅμως ἔχη σοβαρὸ πρόβλημα ὑγείας καὶ δὲν μπορῆ νὰ σταθῆ, τότε θὰ καθήση. Ἐγὼ σὲ Θεία Λειτουργία ποτὲ δὲν ἔχω καθήσει.
– Γέροντα, τὴν ὥρα ποὺ ὁ ἱερέας λέει: «Τὰ σὰ ἐκ τῶν σῶν», πῶς προσεύχεσθε;
– Ἐπειδὴ ἐκείνη τὴν ὥρα κατεβαίνει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, λέω σύντομα, νοερά, τὸ «Βασιλεῦ Οὐράνιε», τὸ «Εὐλογητὸς εἶ Χριστέ…»[2] καὶ τὸ «Ὅτε καταβάς...»[3], καὶ προσεύχομαι γιὰ θεῖο φωτισμό.
Προετοιμασία γιὰ τὴ Θεία Κοινωνία
– Γέροντα, πῶς νὰ προετοιμάζωμαι γιὰ τὴν Θεία Κοινωνία;
– Πάντοτε πρέπει νὰ εἶναι ἕτοιμος κανείς, ἀλλά, ὅταν πρόκειται νὰ κοινωνήση, καλὰ εἶναι νὰ κάνη κάτι περισσότερο ἀπὸ τὰ πνευματικὰ ποὺ κάνει συνήθως, γιὰ νὰ ἑτοιμασθῆ καλύτερα. Πολὺ θὰ σὲ βοηθήση νὰ διαβάζης τὴν Ἀκολουθία τῆς Θείας Μεταλήψεως[4] καὶ στὸ κελλί σου. Ἔτσι θὰ τὴν καταλαβαίνης καλύτερα καὶ θὰ νιώθης περισσότερο τὴν ἁμαρτωλότητά σου. Ἀκόμη μπορεῖς νὰ ψέλνης τὴν πρώτη ὠδὴ τοῦ Μεγάλου Κανόνος[5], καὶ ἀπὸ τὸ Θεοτοκάριο τὴν πρώτη ὠδὴ τοῦ κανόνα τῆς Δευτέρας καὶ τῆς Τετάρτης τοῦ πλαγίου δευτέρου ἤχου, κάνοντας μετάνοιες.
– Τί νὰ κάνω, Γέροντα, τὴν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας, ὅταν δὲν μπορῶ νὰ ἑτοιμασθῶ γιὰ νὰ κοινωνήσω;
– Καλά, ἐκείνη τὴν ὥρα θὰ ἑτοιμασθῆς; Ἀλλὰ καὶ πάλι ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι ἄδικος· ἂν πράγματι κάτι σὲ ἐμπόδισε καὶ δὲν μπόρεσες νὰ ἑτοιμασθῆς, Ἐκεῖνος τὸ ξέρει. Δὲν λέω νὰ μὴν κάνης τίποτε, ἀλλὰ νὰ μὴν εἶναι ὁ ἑαυτός σου ἐμπόδιο, ὅταν δὲν κάνης. Καμμιὰ φορὰ οὔτε τὴν Θεία Μετάληψη δὲν προλαβαίνει νὰ διαβάση κανεὶς καὶ πάει νὰ κοινωνήση σὰν κοσμικός. Τότε νὰ ἔχη ταπεινοὺς λογισμούς. «Θεέ μου, νὰ πῆ, βρίσκομαι σὲ μιὰ κοσμικὴ κατάσταση· συγχώρεσέ με». Ὁ Θεὸς βλέπει τὴν καρδιά. Πολλὲς φορὲς νομίζει κανεὶς ὅτι εἶναι ἕτοιμος καὶ δὲν εἶναι, καὶ ἄλλοτε νομίζει ὅτι δὲν εἶναι ἕτοιμος καὶ τότε εἶναι. Ἡ καλύτερη ἑτοιμασία εἶναι ἡ ταπεινὴ ἀντιμετώπιση, ἡ συντριβή, τὸ φιλότιμο.
Γιὰ τὴν Θεία Κοινωνία δὲν προετοιμάζεται κανεὶς ἀλλάζοντας τὰ ροῦχα καὶ πλένοντας τὰ δόντια. Τὸ κυριώτερο εἶναι νὰ ἐξετάση τὸν ἑαυτό του· νὰ δῆ: Αἰσθάνεται τὴν Θεία Κοινωνία ὡς ἀνάγκη; Εἶναι τακτοποιημένος; Μήπως ὑπάρχει κάτι ποὺ τὸν ἐμποδίζει ἀπὸ τὴν Θεία Κοινωνία καὶ δὲν τὸ ἔχει ἐξομολογηθῆ; Γιὰ νὰ νιώσουμε τὴν Θεία Κοινωνία, πρέπει νὰ ὑπάρχουν προϋποθέσεις. Ἡ καλύτερη προϋπόθεση εἶναι ἡ ταπεινὴ προσπάθεια νὰ κόψουμε τὰ πάθη μας, γιὰ νὰ μείνη στὴν καρδιά μας ὁ Χριστός. Ἀλλιῶς ὁ Χριστὸς ἔρχεται μὲ τὴν Θεία Κοινωνία μέσα μας, ἀλλὰ φεύγει ἀμέσως καὶ δὲν αἰσθανόμαστε τίποτε. Ὅταν παραμένη ὁ Χριστός, γίνεται μία ἀλλοίωση στὸν ἄνθρωπο. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ νιώθουν μέσα τους τὸν Χριστὸ ἀπὸ τὴν μία Θεία Κοινωνία μέχρι τὴν ἄλλη χωρὶς διακοπή.
– Γέροντα, πολλὲς φορές, ὅταν ὁ ἱερέας λέη: «Μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης προσέλθετε», νιώθω ὅτι δὲν εἶμαι ἕτοιμη νὰ κοινωνήσω.
– Στὰ νοσοκομεῖα, μιὰ ὁρισμένη ὥρα, περνοῦν οἱ γιατροί, καὶ οἱ νοσοκόμοι φωνάζουν: «Νοσηλεία!». Τότε ὅλοι οἱ ἐπισκέπτες βγαίνουν ἀπὸ τοὺς θαλάμους καὶ οἱ ἄρρωστοι πηγαίνουν στὰ κρεββάτια τους καὶ περιμένουν τὸν γιατρό, γιὰ νὰ τὸν ἐνημερώσουν γιὰ τὴν κατάστασή τους καὶ νὰ τοὺς δώση τὴν ἀνάλογη θεραπεία. Ἔτσι κι ἐσύ, ὅταν ὁ ἱερέας λέη: «Μετὰ φόβου Θεοῦ», νὰ σκέφτεσαι ὅτι γίνεται νοσηλεία καὶ νὰ προσέρχεσαι στὴν Θεία Κοινωνία μὲ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητός σου, ζητώντας ταπεινὰ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
Ἡ Θεία Κοινωνία: Τὸ ἰσχυτότερο ἰαματικὸ φάρμακο
– Γέροντα, κουραστήκατε πολὺ στὴν Θεία Λειτουργία[6]· δὲν ἔπρεπε νὰ μείνετε καὶ στὴν ἀνάγνωση τῆς «Εὐχαριστίας»[7].
– Τί λές; Κοινώνησα καὶ νὰ μὴν πῶ ἕνα «εὐχαριστῶ» στὸν Θεό; Σὲ πολὺ μεγάλη ἀνάγκη μπορεῖ νὰ φύγη κανεὶς νωρίτερα. Κι ἐσὺ νὰ μὴ φεύγης ποτέ· νὰ ἀκοῦς τὴν «Εὐχαριστία» καὶ νὰ λὲς συνέχεια: «Σ’ εὐχαριστῶ, Θεέ μου· Σ’ εὐχαριστῶ. Δόξα σοι ὁ Θεός, δόξα σοι ὁ Θεός!» καὶ νὰ φτερουγίζη ἡ καρδιά σου.
Μιὰ φορὰ εἶχα πάει γιὰ Θεία Λειτουργία σὲ ἕνα Κελλί. Ἤμουν κουρασμένος καὶ ταλαιπωρημένος· ἤμουν καὶ νηστικός, ἐπειδὴ θὰ κοινωνοῦσα. Ἐκεῖ δὲν εἶχαν φωτιὰ καὶ σὲ ὅλη τὴν Ἀκολουθία ἔτρεμα ἀπὸ τὸ κρύο. Μόλις ὅμως κοινώνησα, ἔνιωσα νὰ διαπερνᾶ ὅλο μου τὸ σῶμα μιὰ θέρμη. Ὅπως ὅταν ἀνάβης κάτι ἠλεκτρικὲς σόμπες μὲ σπεῖρες, τὸ ρεῦμα ἀρχίζει νὰ περνάη σιγὰ-σιγὰ στὶς σπεῖρες, ἕνα τέτοιο πράγμα ἔνιωθα σὲ ὅλο μου τὸ σῶμα. Ἄρχισε σιγὰ-σιγὰ νὰ φλογίζεται. Μιὰ γλυκειὰ φλόγα!
– Φλεγόμενος καὶ μὴ καιόμενος, Γέροντα…
– Ναί, φλεγόμενος… Γλυκειὰ φλόγα! Ὤ! πάει μετὰ καὶ ἡ πεῖνα, πάει καὶ ἡ κούραση, πάει καὶ τὸ κρύο...
– Πόσο κράτησε αὐτό, Γέροντα;
– Τὸ ἔνιωσα στὸν ναό, μόλις κοινώνησα, καὶ μετὰ ποὺ ἔφυγα, ζεσταινόταν καὶ ὁ δρόμος!
– Γέροντα, πῶς μερικοί, ἐνῶ εἶναι ἀσθενικοὶ στὸ σῶμα, ἔχουν ἀντοχὴ στὴν νηστεία;
– Τὸ μυστικὸ εἶναι ὁ ταπεινὸς καὶ φιλότιμος ἀγώνας, ποὺ συνοδεύεται μὲ προσευχὴ καὶ Μετάληψη τῶν ἀχράντων Μυστηρίων. Αὐτὰ τρέφουν τὴν ψυχή, τρέφουν καὶ τὸ σῶμα. Ὅταν κοινωνοῦμε, παίρνουμε τὸ ἰσχυρότερο ἰαματικὸ φάρμακο, τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ.
(Ἀπὸ τὸ βιβλίο: Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου, Λόγοι Στ': Περὶ προσευχῆς, Ἱερὸν Ἡσυχαστήριον “Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος”, Σουρωτὴ Θεσσαλονίκης 2012, σ. 211-216)
[1] Αἰτήσεις ποὺ ἀρχίζουν μὲ τὸ «Ἐν εἰρήνῃ τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν».
[2] Τὸ Ἀπολυτίκιον τῆς Πεντηκοστῆς.
[3] Τὸ Κοντάκιον τῆς Πεντηκοστῆς.
[4] Ἀκολουθία πρὸ τῆς Θείας Κοινωνίας. Συνήθως διαβάζεται στὸν ναὸ κατὰ τὸν Ὄρθρο.
[5] Ὁ Μέγας Κανὼν εἶναι ποίημα τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου Κρήτης. Ψάλλεται τμηματικὰ τὶς τέσσερις πρῶτες ἡμέρες τῆς Α΄ Ἑβδομάδος τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς στὸ Μέγα Ἀπόδειπνο καὶ ὁλόκληρος τὴν Ε΄ Ἑβδομάδα στὸ Μέγα Ἀπόδειπνο τῆς Τετάρτης ἢ στὸν Ὄρθρο τῆς Πέμπτης.
[6] Εἰπώθηκε τὸν Ἰούνιο τοῦ 1994, ἕναν μήνα πρὶν ἀπὸ τὴν κοίμηση τοῦ Γέροντα.
[7] Ἀκολουθία διάρκειας δέκα λεπτῶν, ποὺ περιλαμβάνει εὐχαριστήριες εὐχὲς μετὰ τὴν Θεία Μετάληψη.