π. ΜΙΧΑΗΛ ΒΟΣΚΟΥ: ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΚΗΔΕΙΑ ΤΟΥ π. ΑΝΔΡΕΑ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ
ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
ΣΤΗΝ ΚΗΔΕΙΑ ΤΟΥ π. ΑΝΔΡΕΑ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ
Πρωτ. Μιχαὴλ Βοσκοῦ
Πανιερώτατε,
Θεοφιλέστατε,
σεβαστοὶ πατέρες,
ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Ὄντως πλήρης ἡμερῶν, τρεῖς ἡμέρες μετὰ τὰ 103α γενέθλιά του καὶ κατὰ τὴν 51η ἐπέτειο τῆς εἰς διάκονον χειροτονίας του, ἡμέρα τῆς κοινῆς μνήμης τῶν τριῶν μεγίστων φωστήρων τῆς τρισηλίου θεότητος, τῶν Ἁγίων Τριῶν Ἱεραρχῶν, ὁ ἀγαπητὸς σὲ ὅλους μας π. Ἀνδρέας ἀνεχώρησε γιὰ τὴν ὄντως ζωή, «ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός, ἀλλὰ ζωὴ ἀτελεύτητος». Καὶ σήμερα σ’ αὐτὸ τὸν ἱερὸ ναό, ποὺ τόσο ἀγάπησε καὶ γιὰ τὸν ὁποῖο τόσο κοπίασε, τελοῦμε τὴν ἐξόδιο ἀκολουθία του καὶ ἁσπαζόμενοι τὴν δεξιά του ζητοῦμε γιὰ τελευταία φορὰ τὴν εὐχή του.
Ὡς ὁ ἐπὶ περισσότερα ἀπὸ 25 χρόνια συνεφημέριός του νοιώθω τὴν ἀνάγκη νὰ πῶ λίγα λόγια αὐτὴ τὴν εὐλογημένη ὥρα ἐκ μέρους ὅλης τῆς ἐνορίας τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέου Λεμεσοῦ, τῶν ἱερέων, τῶν μελῶν τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐπιτροπῆς, τῶν ἐνοριτῶν, ἀλλὰ καὶ τῆς οἰκογενείας του, ἀφοῦ μὲ παρεκάλεσαν νὰ μιλήσω καὶ ἐκ μέρους τους. Ἐπιτρέψατέ μου νὰ ἀναφερθῶ ἐν πρώτοις σὲ κάποια βιογραφικὰ στοιχεῖα.
Ὁ μακαριστὸς Οἰκονόμος π. Ἀνδρέας Παπανικολάου γεννήθηκε στὰ Λεύκαρα στὶς 27 Ἰανουαρίου τοῦ 1922. Ἔζησε σὲ μιὰ ἐποχὴ ἐντελῶς διαφορετικὴ ἀπὸ τὴ σημερινή, σὲ μιὰ ἐποχὴ πού, ὅπως μᾶς ἐδιηγεῖτο, δὲν ὑπῆρχε ἀκόμη οὔτε ἠλεκτρικὸ ρεῦμα, οὔτε πόσιμο νερὸ στὰ σπίτια, οὔτε καμία ἀπὸ τὶς ἀνέσεις ποὺ σήμερα γιὰ μᾶς εἶναι δεδομένες καὶ αὐτονόητες. Ἦταν ἡ ἐποχὴ τῆς Ἀγγλοκρατίας, ποὺ ὁ τόπος μας κόντευε νὰ συμπληρώσει ἑπτάμισι αἰῶνες συνεχοῦς σκλαβιᾶς καὶ ὑποδούλωσης. Οἱ ἀνυπέρβλητες οἰκονομικὲς δυσκολίες τὸν ὁδήγησαν στὴ νεανική του ἡλικία νὰ ἐγκατασταθεῖ στὸ Λονδῖνο, ὅπου ἔζησε γιὰ ἀρκετὰ χρόνια μαζὶ μὲ τὴν ἀγαπημένη του σύζυγο Ἑλένη (Ἑλενίτσα, ὅπως ὁ ἴδιος πάντοτε τὴν ἀποκαλοῦσε) καὶ τὰ τέσσερα παιδιά τους. Ἐργάστηκε σκληρά, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ προσφέρει ὅ,τι καλύτερο στὴν οἰκογένειά του. Τόσο ὁ ἴδιος, ὅμως, ὅσο καὶ ἡ πρεσβυτέρα του ἦταν καὶ ἐνεργὰ στελέχη τῆς ἐνορία τους στὸ Λονδῖνο.
Τὸ γεγονός, τὸ ὁποῖο κυριολεκτικὰ σφράγισε τὴ ζωή του καὶ τὴ ζωὴ ὁλης τῆς οἰκογένειάς του κατὰ τὴν περίοδο τῆς διαμονῆς τους στὴν Ἀγγλία, ἦταν ἡ μεγάλη εὐλογία ποὺ εἶχε νὰ γνωρίσει καὶ νὰ ἔχει ὡς πνευματικό του πατέρα τὸν σύγχρονο Ἅγιο τῆς Ἐκκλησίας μας Σωφρόνιο τὸν Ἀθωνίτη. Ἡ Ἱερὰ Μονὴ Τιμίου Προδρόμου στὸ Ἔσσεξ, τῆς ὁποίας ὁ Ἅγιος Σωφρόνιος ἦταν ὁ ἱδρυτὴς καὶ ὁ Καθηγούμενος, ἔγινε γιὰ ὅλη τὴν οἰκογένειά του τὸ σημεῖο ἀναφορᾶς τους. Πολλοὶ τὸν ἐνθυμούμαστε νὰ διηγεῖται μὲ ἰδιαίτερη χαρὰ τὶς διάφορες ἐμπειρίες ποὺ ἔζησε κοντὰ στὸν Ἅγιο Σωφρόνιο καὶ τοὺς λοιποὺς μοναχοὺς καὶ μοναχὲς τῆς Μονῆς τοῦ Ἔσσεξ.
Στὴν ἡλικία τῶν 52 ἐτῶν πῆρε τὴ μεγάλη ἀπόφαση νὰ εἰσέλθει στὶς τάξεις τοῦ κλήρου. Ἡ εἰς διάκονον χειροτονία του ἔγινε στὶς 30 Ἰανουαρίου 1974, ἑορτὴ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, καὶ ἡ εἰς πρεσβύτερον χειροτονία του τρεῖς ἡμέρες ἀργότερα στὶς 2 Φεβρουαρίου, ἑορτὴ τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου. Καὶ τὶς δύο χειροτονίες τέλεσε ὁ λόγιος Ἀρχιεπίσκοπος Θυατείρων κυρὸς Ἀθηναγόρας (Κοκκινάκης).
Ὁ π. Ἀνδρέας διακόνησε ὡς ἱερέας γιὰ τρία χρόνια στὸ Λονδῖνο καὶ τὸ 1977 ἀπεφάσισε νὰ ἐπιστρέψει μὲ τὴν οἰκογένειά του στὴν Κύπρο. Διορίστηκε ἀρχικὰ ὡς ἐφημέριος στὸν ἱερὸ ναὸ Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου, ὅπου διακόνησε γιὰ ἑπτὰ χρόνια. Ἀπὸ τὸ 1984 διορίστηκε ὡς ἐφημέριος στὸ ναό μας, ποὺ εἶχε τότε μόλις ἑπτὰ χρόνια ζωῆς. Ἡ ἐνορία τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέου ἦταν μία ἀπὸ τὶς ἐνορίες ποὺ μεγάλωναν μὲ πολὺ γοργοὺς ρυθμοὺς καὶ ὁ πρόχειρα κτισμένος παλαιὸς ναὸς ἦταν πλέον πολὺ μικρός, γιὰ νὰ ἐξυπηρετεῖ τὶς ἀνάγκες τῶν ἐνοριτῶν. Ὁ π. Ἀνδρέας ὑπῆρξε ὁ πρωτοπόρος στὸ ἔργο τῆς ἀνεγέρσεως τοῦ νέου μεγάλου ναοῦ τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέου, ποὺ διήρκεσε ἀπὸ τὸ 1992 μέχρι τὸ 1995. Γι’ αὐτή του τὴν πρωτοβουλία καὶ γιὰ τοὺς πολλοὺς κόπους ποὺ κατέβαλε τοῦ ὀφείλουμε ὡς ἐνορία πάρα πολλά.
Δὲν εἶναι εὔκολο νὰ σκιαγραφήσει κανεὶς ὁποιονδήποτε ἄνθρωπο, γιατὶ ὁ μόνος ποὺ γνωρίζει τὰ βάθη τῶν καρδιῶν τῶν ἀνθρώπων εἶναι ὁ Ἅγιος Θεός. Τὸ βέβαιο εἶναι ὅτι ὅλοι μας ἔχουμε στὸν χαρακτήρα καὶ τὴν προσωπικότητά μας στοιχεῖα τόσο θετικὰ ὅσο καὶ ἀρνητικά. Μετὰ τὰ σύντομα βιογραφικὰ στοιχεῖα τοῦ π. Ἀνδρέα θὰ ἤθελα νὰ καταθέσω κάποια ἀπὸ τὰ θετικὰ στοιχεῖα τῆς προσωπικότητός του, ποὺ μποροῦν ν’ ἀποτελέσουν γιὰ ὅλους μας ἀφορμὴ πνευματικῆς ὠφελείας.
Ὁ π. Ἀνδρέας διακρινόταν γιὰ τὴν εὐλάβειά του, τὴ βαθιά του πίστη καὶ τὴν ἀγάπη του γιὰ τὸν Θεό. Ἦταν ἄνθρωπος προσευχῆς, ἀλλὰ καὶ ἄνθρωπος ποὺ διψοῦσε γιὰ πνευματικὴ μελέτη. Παρότι οἱ ἀντικειμενικὲς δυσκολίες τῆς ζωῆς καὶ κυρίως τὰ προβλήματα ὑγείας τῆς πρεσβυτέρας του δὲν τοῦ ἐπέτρεψαν νὰ ὁλοκληρώσει τὶς θεολογικὲς σπουδὲς ποὺ ξεκίνησε, εἶχε πάντα μιὰ νεανικὴ δίψα γιὰ γνώση, μιὰ δίψα ποὺ τὸν ὁδήγησε σὲ πολὺ προχωρημένη ἡλικία νὰ ἀσχοληθεῖ μὲ τὴν ποίηση καὶ τὴ μεταφορὰ πνευματικῶν κειμένων, ὅπως τὸ Γεροντικό, σὲ ποιητικὸ λόγο.
Τὴν εὐλάβειά του καὶ τὴ βαθιά του πίστη τὴ μετέδιδε καὶ στοὺς ἀνθρώπους, μὲ τοὺς ὁποίους συναναστρεφόταν. Αὐτὸ τοῦ ἐπέτρεψε νὰ διακριθεὶ καὶ ὡς ἕνας πολὺ καλὸς πνευματικός, ποὺ ἀνέπαυε ἑκατοντάδες ἀνθρώπους. Εἶμαι βέβαιος, ὅτι πολλοὶ ἀπὸ τοὺς εὑρισκομένους σήμερα ἐδῶ ἐξομολογήθηκαν κοντά του καὶ ἄκουσαν τὶς πνευματικὲς συμβουλές του.
Ἕνα ἄλλο ἰδιαίτερο στοιχεῖο τῆς προσωπικότητός του ἦταν ἡ πολὺ λεπτὴ συνείδηση ποὺ εἶχε. Ὅταν ἀντιλαμβανόταν ὅτι ὑπέπεσε σὲ κάποιο λάθος, ὅτι ἔσφαλε σὲ κάτι, ζητοῦσε ἀμέσως συγγνώμη, πολλὲς φορὲς μετὰ δακρύων. Κάθε φορὰ δὲ ποὺ εἶχε ἕναν πειρασμὸ ἢ κάποιον ἀρνητικὸ λογισμὸ ἔνοιωθε τὴν ἀνάγκη νὰ ἐξομολογηθεῖ τὸ συντομώτερο καὶ νὰ λάβει ἄφεση ἁμαρτιῶν. Πολὺ συχνὰ μᾶς ζητοῦσε ἐν ὥρᾳ ἀκολουθιῶν νὰ βάλουμε τὸ πετραχήλι, νὰ τὸν ἀκούσουμε καὶ νὰ τοῦ διαβάσουμε τὴ συγχωρητικὴ εὐχή. Καὶ δὲν τὸν ἐνοχλοῦσε τὸ ὅτι εἶχε τὰ διπλάσια χρόνια ἀπὸ ἐμᾶς.
῏Ηταν ἐπίσης ἕνας πολὺ εὐαισθητος καὶ εὐσυγκίνητος ἄνθρωπος, ἕνας ἄνθρωπος τῶν δακρύων. Ὅσοι τὸν ἐνθυμοῦνται ὡς λειτουργό, θὰ ἐνθυμοῦνται ὅτι πολλὲς φορὲς κατὰ τὴν ὥρα τῆς τελέσεως τῆς Θείας Λιετουργίας ἢ κατὰ τὴν ὥρα τῆς ἀναγνώσεως τοῦ Εὐαγγελίου ξεσποῦσε σὲ λυγμούς. Ἐπὶ παραδείγματι, ποτὲ δὲν διάβασε τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τοῦ Σαββάτου τοῦ Λαζάρου χωρὶς νὰ κλάψει ἀπὸ συγκίνηση, τὴν ὥρα ποὺ ἔλεγε τὸ «Λάζαρε, δεῦρο ἔξω».
Μέχρι τὰ 97 του χρόνια, ποὺ εἶχε ἀκόμη δυνάμεις καὶ ἀντοχές, ἤθελε κάθε Κυριακὴ καὶ κάθε μεγάλη ἑορτὴ νὰ λαμβάνει μέρος στὴ Θεία Λειτουργία ὡς συλλειτουργός. Τὰ τελευταῖα χρόνια, ποὺ δὲν μποροῦσε πλέον νὰ λειτουργεῖ, ἡ κύρια ἐνασχόλησή του στὸ σπίτι του ἦταν ἡ προσευχή, ἡ πνευματικὴ μελέτη καὶ ἡ μνημόνευση ὀνομάτων ζώντων καὶ κεκοιμημένων.
Καὶ κάτι τελευταῖο: Ὅταν τοῦ ἀνέφερα τὴ σκέψη μου νὰ ἀφιερώσουμε τὸ ἀνακαινισμένο παρεκκλήσιό μας στὸν Ἅγιο Νικόλαο τὸν Πλανᾶ, ἐνθουσιάστηκε μὲ τὸν χαρακτηριστικὸ αὐθόρμητό του τρόπο. Καὶ μοῦ εἶπε τὸ ἑξῆς: «Ὅταν ἀνακοίνωσα στὴν πρεσβυτέρα μου τὴν ἀπόφασή μου νὰ χειροτονηθῶ, ἐκείνη μοῦ ἀπάντησε: Ἂν θὰ γίνεις ἱερέας, θέλω νὰ γίνεις ὅπως τὸν Ἅγιο Νικόλαο Πλανᾶ».
Ὅλοι αἰσθανόμαστε σήμερα τὴ βεβαιότητα, ὅτι ὁ π. Ἀνδρέας θὰ λειτουργεῖ ἀπὸ τοῦδε καὶ στὸ ἑξῆς στὸ ἐπουράνιο θυσιαστήριο μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Νικόλαο τὸν Πλανᾶ καὶ ὅλους τοὺς ἁγίους κληρικούς.
Νὰ ἔχουμε τὴν εὐχή του. Αἰωνία του ἡ μνήμη!