π. ΜΙΧΑΗΛ ΒΟΣΚΟΥ: «ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΗΜΕΡΑ, ΛΑΜΠΡΥΝΘΩΜΕΝ ΛΑΟΙ»
“Ἀναστάσεως ἡμέρα, λαμπρυνθῶμεν λαοὶ”
Πρωτοπρ. Μιχαὴλ Βοσκοῦ
Τὸ ἐπίκεντρο καὶ τὸ ἀποκορύφωμα ὁλοκλήρου τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους ἀποτελεῖ, χωρὶς ἀμφιβολία, ἡ ἑορτὴ τοῦ Πάσχα, ἡ ἐκ νεκρῶν τριήμερη Ἀνάσταση τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος “ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας”. Ἡ ἑορτὴ τοῦ Πάσχα εἶναι ἡ ἑορτὴ τῶν ἑορτῶν καὶ ἡ πανήγυρις τῶν πανηγύρεων. Τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου καὶ ἡ χαρά, ποὺ αὐτὸ τὸ γεγονὸς ἔφερε σὲ ὅλο τὸν κόσμο, διαποτίζει κυριολεκτικὰ τὴν καθόλου ζωὴ τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας. Κάθε Κυριακὴ εἶναι γιὰ μᾶς τοὺς ὀρθοδόξους χριστιανοὺς Ἀνάσταση, τὸ ἑβδομαδιαῖο Πάσχα τῆς Ἐκκλησίας· κάθε Θεία Λειτουργία, ἐπίσης, ἀποτελεῖ γιὰ μᾶς τοὺς ὀρθοδόξους χριστιανοὺς ἀναστάσιμο γεγονός. Αὐτὴ ἡ ἀδιαμφισβήτητη ἀλήθεια ὁδήγησε πολλοὺς ἑτεροδόξους χριστιανοὺς νὰ ὀνομάσουν τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας Ἐκκλησία τῆς Ἀναστάσεως.
Ὅλ’ αὐτὰ δὲν εἶναι καθόλου τυχαῖα. Διὰ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ ἀπέκτησε ἄλλο νόημα καὶ ἡ ζωὴ καὶ ὁ θάνατος. Μὲ τὸν σταυρικό Του θάνατο καὶ τὴν ἐκ νεκρῶν Ἀνάστασή Του ὁ Κύριος συνέτριψε τὸν θάνατο καὶ τὸ κεντρί του ποὺ εἶναι ἡ ἁμαρτία (“δι’ ἑνὸς ἀνθρώπου ἡ ἁμαρτία εἰς τὸν κόσμον εἰσῆλθε καὶ διὰ τῆς ἁμαρτίας ὁ θάνατος”, Ρωμ. ε’ 12), συνέτριψε τὸν ἀρχέκακο διάβολο καὶ τὴν ἐξουσία του. Μᾶς ἔδωσε τὴ δυνατότητα τῆς θεραπείας ἀπὸ τὴν πνευματική μας ἀσθένεια, τὴ δυνατότητα νὰ ὑπερβοῦμε τὶς συνέπειες τῆς προγονικῆς πτώσεως, ποὺ εἶναι ἡ φθορά, ἡ ἁμαρτία καὶ ὁ θάνατος. Ἐδῶ ἀκριβῶς ἔγγειται τὸ βαθύτερο νόημα τῆς πίστεώς μας. Τὸ διατυπώνει μὲ τὸν αὐθεντικώτερο τρόπο ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος ἀπευθυνόμενος στοὺς Χριστιανοὺς τῆς Κορίνθου: “Εἰ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται, κενὸν ἄρα τὸ κήρυγμα ἡμῶν, κενὴ δὲ καὶ ἡ πίστις ὑμῶν” (Α’ Κορ. ιε’ 14). “Εἰ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται, ματαία ἡ πίστις ὑμῶν· ἔτι ἐστὲ ἐν ταῖς ἁμαρτίαις ὑμῶν” (Α’ Κορ. ιε’ 17). Τὸ κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων ἦταν κήρυγμα περὶ τοῦ σταυρωθέντος καὶ ἀναστάντος Χριστοῦ.
Οἱ θεόπνευστοι ὑμνογράφοι τῆς Ἐκκλησίας μας ἔγραψαν ὅ,τι ὑψηλότερο καὶ ὅ,τι ὀμορφότερο γιὰ νὰ ὑμνήσουν τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Καὶ δὲν ἀναφερόμαστε μόνο στοὺς ὕμνους τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα, γιατὶ δὲν εἶναι μόνο αὐτοὶ ἀναστάσιμοι ὕμνοι. Ὁλόκληρη ἡ “Ὀκτώηχος” εἶναι ἕνας ἀνεξάντλητος θησαυρὸς ἀναστασίμων ὕμνων. Εἶναι τὸ βιβλίο ποὺ περιέχει τοὺς ἀναστασίμους ὕμνους στοὺς ὀκτὼ ἤχους τῆς βυζαντινῆς ἐκκλησιαστικῆς μας μουσικῆς, οἱ ὁποῖοι ψάλλονται στὸν Ἑσπερινὸ τοῦ Σαββάτου καὶ στὸν Ὄρθρο τῆς Κυριακῆς. Ἡ “Ὀκτώηχος”, ποὺ στὰ μαῦρα χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας ἀποτελοῦσε μαζὶ μὲ τὸ “Ψαλτήρι” τὸ βασικὸ διδακτικὸ ἐγχειρίδιο τῶν ἑλληνοπαίδων, ἀποτελεῖ κατὰ κύριο λόγο ἔργο τοῦ κορυφαίου Ὑμνογράφου τῆς Ἐκκλησίας μας Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ.
Ἀπὸ τὴν ὑμνολογία τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα ξεχωρίζει ἀναμφιβόλως ὁ Κανόνας τοῦ Ὄρθρου, ποὺ ἀποτελεῖ ἕναν ἀπὸ τοὺς γνωστότερους καὶ ὡραιότερους Κανόνες τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ. Πρόκειται γιὰ ἕναν Κανόνα ἀπαράμιλλου λογοτεχνικοῦ κάλλους καὶ βαθειᾶς ποιητικῆς πνοῆς, ὁ ὁποῖος ψάλλεται κάθε μέρα κατὰ τὴ Διακαινήσιμο Ἑβδομάδα, ἀλλὰ καὶ καθ’ ὅλη τὴν τεσσαρακονθήμερη ἀναστάσιμη περίοδο, μέχρι δηλαδὴ καὶ τὴν Ἀπόδοση τοῦ Πάσχα. Ὁ Κανόνας τοῦ Πάσχα προσδίδει στὴν περίοδο αὐτὴ ἰδιαίτερα χαρμόσυνο τόνο. Ψάλλεται στὸν α’ ἦχο τῆς βυζαντινῆς μουσικῆς, ὁ ὁποῖος εἶναι, κατὰ τὸν Ἅγιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη ὁ λαμπρότερος ὅλων τῶν ἄλλων ἤχων, ὁ ἦχος “ὅπου ἔχει τὸ μέλος ὀρθόν τε, σύντονον καὶ γενναῖον”. Ἀντλεῖ, ἐπίσης, ἐν πολλοῖς τὸ περιεχόμενό του ἀπὸ τοὺς Πανηγυρικοὺς Λόγους τοῦ Ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, καὶ συγκεκριμένα ἀπὸ τοὺς Λόγους “Εἰς τὸ Ἅγιον Πάσχα καὶ εἰς τὴν βραδύτητα” (Α’) καὶ “Εἰς τὸ Πάσχα” (ΜΕ’). Σχολιάζει ἐπ’ αὐτοῦ ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης: “ἐλάμπρυνε τὴν Λαμπρὰν ὁ λαμπρὸς Μελωδὸς μὲ τὰς λαμπρὸς ρήσεις τοῦ λαμπροτάτου πανηγυριστοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, ἵνα ἐκ λαμπροῦ Πανηγυριστοῦ, ὑπὸ λαμπροῦ Μελωδοῦ, διὰ λαμπροῦ ἤχου, μὲ λαμπρὰς ρήσεις, λαμπρῶς τὸ λαμπρὸν τῆς λαμπρὰς ἡμέρας συγκροτεῖται μέλος”.
Ἀπὸ τὰ ἐξαίσια τροπάρια τοῦ Κανόνος τοῦ Πάσχα, ποὺ εἶναι τὸ ἕνα καλύτερο ἀπὸ τὸ ἄλλο, ἐπιλέξαμε νὰ ἑρμηνεύσουμε δύο εἱρμούς, τὸν εἱρμὸ τῆς πρώτης ὠδῆς καὶ τὸν εἱρμὸ τῆς ἕκτης ὠδῆς.
“Ἀναστάσεως ἡμέρα, λαμπρυνθῶμεν Λαοί. Πάσχα Κυρίου, Πάσχα· ἐκ γὰρ θανάτου πρὸς ζωήν, καὶ ἐκ γῆς πρὸς οὐρανόν, Χριστὸς ὁ Θεός, ἡμᾶς διεβίβασεν, ἐπινίκιον ᾄδοντας”.
Εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, γι᾿ αὐτὸ ἂς λαμπρυνθοῦμε ὅλοι οἱ λαοί. Πάσχα Κυρίου, Πάσχα. Διότι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ποὺ εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ὁ σαρκωθεὶς Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, μᾶς διεβίβασε ἀπὸ τὸν θάνατο στὴ ζωὴ καὶ ἀπὸ τὴ γῆ στὸν οὐρανό· ἐμεῖς δὲ ψάλλουμε σ᾿ Αὐτὸν ἐπινίκιο (νικητήριο) ὕμνο.
Ὁ Α’ Λόγος τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου “Εἰς τὸ Ἅγιον Πάσχα καὶ εἰς τὴν βραδύτητα” ἀρχίζει ὡς ἑξῆς: “Ἀναστάσεως ἡμέρα, καὶ ἡ ἀρχὴ δεξιά, καὶ λαμπρυνθῶμεν τῇ πανηγύρει, καὶ ἀλλήλους περιπτυξώμεθα· εἴπωμεν, ἀδελφοί, καὶ τοῖς μισοῦσιν ἡμᾶς …, συγχωρήσωμεν πάντα τῇ ἀναστάσει”. Στὸν ΜΕ’ Λόγο του “Εἰς τὸ Πάσχα” ἀναφέρει ἐπίσης: “Πάσχα Κυρίου, Πάσχα, καὶ πάλιν ἐρῶ Πάσχα, τιμῇ τῆς Τριάδος. Αὕτη ἑορτῶν ἡμῖν ἑορτῆ, καὶ πανήγυρις πανηγύρεων”. Ἀπὸ αὐτὰ τὰ δύο χαρακτηριστικὰ ἀποσπάσματα, ποὺ δὲν εἶναι τὰ μοναδικὰ - ὑπάρχουν κι ἄλλα -, καταλαβαίνει κανεὶς τὴν καταλυτικὴ ἐπίδραση ποὺ ἄσκησαν οἱ Πανηγυρικοὶ Λόγοι τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου στὴν ὑμνολογία τοῦ Πάσχα, κυρίως δὲ στὰ τροπάρια τοῦ Κανόνος τοῦ Πάσχα καὶ δὴ στὸν συγκεκριμένο εἱρμὸ τῆς πρώτης ὠδῆς.
Ἡ λέξη “Πάσχα” εἶναι ἑβραϊκὴ λέξη καὶ σημαίνει διάβαση, πέρασμα. Πάσχα ὀνομαζόταν ἡ μεγαλύτερη ἑορτὴ τῶν Ἑβραίων, ποὺ καθιερώθηκε σὲ ἀνάμνηση τῆς θαυματουργικῆς διαβάσεως τῆς Ἐρυθρᾶς Θάλασσας καὶ τῆς σωτηρίας τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ ἀπὸ τὴ μακροχρόνια δουλεία στὴν Αγυπτο κάτω ἀπὸ τὴν ἐμπνευσμένη καθοδήγηση τοῦ Προφήτου Μωϋσέως. Ἦταν μιὰ ἀνοιξιάτικη ἑορτή, ποὺ ἑορταζόταν στὶς 14 τοῦ ἑβραϊκοῦ μηνὸς Νισὰν μὲ δεῖπνο, στὸ ὁποῖο συμμετεῖχε ὁλόκληρη ἡ οἰκογένεια, καθὼς καὶ οἱ περιτετμημένοι ξένοι καὶ δοῦλοι. Τὸ ἰουδαϊκὸ Πάσχα ἦταν τύπος (=προτύπωση) τοῦ χριστιανικοῦ Πάσχα. Ὅπως οἱ Ἑβραῖοι μὲ τὴν αἰσθητὴ διάβαση τῆς Ἐρυθρᾶς Θάλασσας ἀπελευθερώθηκαν ἀπὸ τὴ σωματικὴ δουλεία στοὺς Αἰγυπτίους, ἔτσι κι ἐμεῖς μὲ τὴν ἐκ νεκρῶν τριήμερη Ἀνάσταση τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ ἀπελευθερωθήκαμε ἀπὸ τὴν πνευματικὴ δουλεία στὴν ἁμαρτία καὶ στὸν διάβολο, ἀπὸ τὴν ὑποταγὴ στὴ φθορὰ καὶ στὸν θάνατο, καὶ ὁδηγηθήκαμε στὴν ἐν Χριστῷ ἐλευθερία. Διαβήκαμε νοητῶς ἐκ τῶν κάτω εἰς τὰ ἄνω, “ἐκ θανάτου πρὸς ζωὴν καὶ ἐκ γῆς πρὸς οὐρανόν”. Ὅπως ὁ Προφήτης Μωϋσῆς ὁδήγησε τοὺς Ἑβραίους διὰ μέσου τῆς Ἐρυθρᾶς Θάλασσας στὴ Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας, ἔτσι καὶ ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστὸς μᾶς ὁδήγησε ἀπὸ τὸν θάνατο στὴ ζωή, ἀπὸ τὴ φθαρτὴ γῆ στὸν ἄφθαρτο οὐρανό.
Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, ὡς ἐκ τούτου, ἀποτελεῖ αἰτία παγκοσμίου χαρᾶς καὶ ἀγαλλιάσεως. “Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανός τε καὶ γῆ καὶ τὰ καταχθόνια” (τροπάριον τρίτης ὠδῆς). Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος στὸν δικό του Λόγο “Εἰς τὸ Ἅγιον Πάσχα” σημειώνει: “Σήμερον ἡμῶν τὰ λαμπρὰ νικητήρια γέγονε· σήμερον ἡμῶν ὁ Δεσπότης τὸ κατὰ τοῦ θανάτου τρόπαιον στήσας, καὶ τοῦ διαβόλου τὴν τυραννίδα καταλύσας, τὴν διὰ τῆς ἀναστάσεως ὁδὸν εἰς σωτηρίαν ἐχαρίσατο. Πάντες τοίνυν χαίρωμεν, σκιρτῶμεν, ἀγαλλώμεθα”. Σήμερα πραγματοποιήθηκε ἡ λαμπρή μας νίκη. Σήμερα ὁ Δεσπότης Χριστός, ἀφοῦ ἔστησε τὸ τρόπαιο τῆς νίκης Του ἐναντίον τοῦ θανάτου καὶ διέλυσε τὴν ἐξουσία τοῦ διαβόλου, μᾶς χάρισε μὲ τὴν Ἀνάστασή Του τὸν δρόμο γιὰ τὴ σωτηρία μας. Γι’ αὐτὸ ἂς χαιρόμαστε ὅλοι, ἂς σκιρτοῦμε, ἂς εὐφραινόμαστε.
“Κατῆλθες ἐν τοῖς κατωτάτοις τῆς γῆς, καὶ συνέτριψας μοχλοὺς αἰωνίους, κατόχους πεπεδημένων Χριστέ, καὶ τριήμερος, ὡς ἐκ κήτους Ἰωνᾶς, ἐξανέστης τοῦ τάφου”.
Κατέβηκες στὰ κατώτατα μέρη τῆς γῆς (στὸν Ἅδη) καὶ συνέτριψες τοὺς αἰωνίους μοχλούς, οἱ ὁποῖοι κατεῖχαν δεμένους τοὺς ἀνθρώπους, Χριστέ, καὶ τὴν τρίτη ἡμέρα ἀναστήθηκες ἀπὸ τὸν τάφο, ὅπως ἐξῆλθε ὁ Ἰωνᾶς ἀπὸ τὸ θαλάσσιο κῆτος.
Ἡ ἕκτη βιβλικὴ ὠδὴ εἶναι ἡ ὠδὴ τοῦ Προφήτου Ἰωνᾶ, εἶναι ἡ προσευχή, δηλαδή, τὴν ὁποία ὁ Προφήτης Ἰωνᾶς ἀπηύθυνε πρὸς τὸν Κύριο εὑρισκόμενος ἐπὶ τρεῖς ἡμέρες καὶ τρεῖς νύκτες στὴν κοιλία τοῦ κήτους, μετὰ ἀπὸ τὴ γνωστή του περιπέτεια, ὅταν προσπάθησε νὰ φύγει, ὅπως νόμιζε, “ἐκ προσώπου Κυρίου”. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς προσαρμόζει μὲ ἀριστοτεχνικὸ τρόπο τὸν εἱρμὸ τῆς ἕκτης ὠδῆς τοῦ Κανόνος του πρὸς τὸ θέμα τῆς ἕκτης βιβλικῆς ὠδῆς. Ὁ Προφήτης Ἰωνᾶς ἀποτελεῖ τύπον Χριστοῦ καὶ ἡ παραμονή του στὴν κοιλία τοῦ κήτους προτύπωση τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου.
Τὸν παραλληλισμὸ ἀνάμεσα στὴν τριήμερη ταφὴ τοῦ Κυρίου καὶ τὴν τριήμερη παραμονὴ τοῦ Προφήτου Ἰωνᾶ στὴν κοιλία τοῦ κήτους ἔκανε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, ὅταν μερικοὶ Γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ζήτησαν ἀποδείξεις σχετικὰ μὲ τὴν ἀποστολή Του, ζήτησαν δηλαδὴ “σημεῖον” (=θαῦμα). Τότε ὁ Κύριος τοὺς ἀπάντησε: “Γενεὰ πονηρὰ καὶ μοιχαλὶς σημεῖον ἐπιζητεῖ, καὶ σημεῖον οὐ δοθήσεται αὐτῇ εἰ μὴ τὸ σημεῖον Ἰωνᾶ τοῦ προφήτου. Ὥσπερ γὰρ ἐγένετο Ἰωνᾶς ὁ προφήτης ἐν τῇ κοιλίᾳ τοῦ κήτους τρεῖς ἡμέρας καὶ τρεῖς νύκτας, οὕτως ἔσται καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ καρδίᾳ τῆς γῆς τρεῖς ἡμέρας καὶ τρεῖς νύκτας” (Ματθ. ιβ᾿ 39-40). Μιὰ γενεὰ πονηρὴ καὶ ἄπιστη ζητάει νὰ δεῖ ἕνα θαυματουργικὸ σημάδι. Ἀλλὰ δὲν θὰ τῆς δοθεῖ ἄλλο σημάδι, παρὰ μόνο τὸ σημάδι τοῦ Προφήτου Ἰωνᾶ. Ὅπως, δηλαδή, ὁ Προφήτης Ἰωνᾶς ἔμεινε τρεῖς μέρες καὶ τρεῖς νύκτες στὴν κοιλία τοῦ κήτους, ἔτσι θὰ παραμείνει καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου μέσα στὴ γῆ τρεῖς μέρες καὶ τρεῖς νύκτες.
Ὁ εἱρμὸς τῆς στ’ ὠδῆς ἀναφέρεται, ὅπως εἶναι σαφές, στὴν τριήμερη ταφὴ τοῦ Κυρίου καὶ στὴν εἰς Ἅδου κάθοδό Του. Ὅταν ὁ Κύριος ἀπέθανε ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ, χωρίστηκε ἡ ψυχή Του ἀπὸ τὸ σῶμα Του. Τὸ μὲν σῶμα Του ἑνωμένο μὲ τὴ θεότητα τοποθετήθηκε στὸν τάφο καὶ παρέμεινε ἄφθαρτο, δὲν ὑπέστη κανενὸς εἴδους διαφθορά, ἡ δὲ ψυχή Του ἑνωμένη ἐπίσης μὲ τὴ θεότητα κατέβηκε στὸν Ἅδη, στὸν τόπο δηλαδὴ ὅπου εὑρίσκοντο οἱ ψυχὲς τῶν ἀπ’ αἰῶνος κεκοιμημένων. Ἐκεῖ κήρυξε, δίνοντας τὴ δυνατότητα τῆς σωτηρίας σὲ ὅλους ἐκείνους ποὺ πέθαναν πρὶν ἀπὸ τὴ σωτήρια ἔλευσή Του στὸν κόσμο.
Στὴν εἰς Ἅδου καθόδο τοῦ Κυρίου ἀναφέρεται ὁ Ἀπόστολος Πέτρος στὴν Α’ Καθολικὴ Ἐπιστολή του. “Χριστὸς ἅπαξ περὶ ἁμαρτιῶν ἔπαθε, δίκαιος ὑπὲρ ἀδίκων, ἵνα ἡμᾶς προσαγάγῃ τῷ Θεῷ, θανατωθεὶς μὲν σαρκί, ζωοποιηθεὶς δὲ πνεύματι, ἐν ᾧ καὶ τοῖς ἐν φυλακὶ πνεύμασι πορευθεὶς ἐκήρυξεν» (γ’ 18-19). Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ὑπέμεινε τὸ πάθος μιὰ γιὰ πάντα γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας, ἕνας δίκαιος γιὰ χάρη τῶν ἁμαρτωλῶν, γιὰ νὰ μᾶς φέρει κοντὰ στὸν Θεό. Θανατώθηκε σωματικά, τὸ Πνεῦμα ὅμως τὸν ζωοποίησε. Ἔτσι πῆγε καὶ κήρυξε στὶς φυλακισμένες στὸν Ἅδη ψυχές.
Κατεβαίνοντας στὸν ῞Αδη, ὁ Κύριος συνέτριψε κυριολεκτικὰ τοὺς αἰωνίους μοχλούς. Πρόκειται γιὰ τοὺς μοχλούς, ποὺ κατακρατοῦσαν γιὰ αἰῶνες δεσμίους τοὺς ἀνθρώπους κάτω ἀπὸ τὴν ἐξουσία τοῦ ἀρχεκάκου διαβόλου. Οἱ μοχλοὶ αὐτοὶ χαρακτηρίζονται αἰώνιοι, γιατὶ μέχρι τὴ στιγμὴ τῆς εἰς Ἅδου καθόδου τοῦ Κυρίου κανένας ἀπολύτως, οὔτε Προφήτης οὔτε δίκαιος, δὲν μπόρεσε νὰ τοὺς συντρίψει. Ὁ Κύριος, ὅμως, συνέτριψε τὶς χάλκινες πύλες τοῦ Ἅδου καὶ κατέλυσε ὁριστικὰ τὸ κράτος του. Νὰ ὑπενθυμίσουμε, ἐν προκειμένῳ, ὅτι ἡ ὀρθόδοξη εἰκόνα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου εἶναι ἀκριβῶς ἡ εἰκόνα τῆς εἰς Ἅδου καθόδου Του. Σ’ αὐτὴν παρουσιάζεται ὁ Κύριος ὡς νικητὴς τοῦ θανάτου νὰ πατᾶ πάνω στὶς συντετριμμένες πύλες τοῦ Ἅδου καὶ νὰ κρατεῖ μὲ τὸ δεξί Του χέρι τὸν Ἀδὰμ καὶ μὲ τὸ ἀριστερό Του χέρι τὴν Εὔα. Ἀπὸ κάτω εὑρίσκονται σπασμένες καὶ σκορπισμένες κλειδαριές, κλειδιὰ καὶ καρφιά. Ὁ Κύριος ὡς βασιλεὺς τῆς δόξης, ὡς βασιλεὺς κραταιὸς καὶ δυνατὸς συνέτριψε τὰ κλεῖθρα τοῦ ἅδου καὶ τοῦ θανάτου, συνέτριψε τοὺς αἰωνίους μοχλούς, ποὺ κρατοῦσαν δεμένους τοὺς ἀνθρώπους, καὶ ἐξανέστη τριήμερος τοῦ τάφου. Κατέστη δὲ “πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν” (Κολ. β’ 18), ἀνοίγοντας τὸν δρόμο καὶ γιὰ τὴ δική μας ἀνάσταση, πνευματικὴ καὶ σωματική.
(Δημοσιεύθηκε στὸ περιοδικὸ τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κύπρου “Παρέμβαση Ἐκκλησιαστική. Ὀρθόδοξο Πνευματικό Ἔντυπο”, τεῦχος 36 (2017), σ. 34-39)