π. ΜΙΧΑΗΛ ΒΟΣΚΟΥ: “ΕΝ ΤΗ ΚΟΙΜΗΣΕΙ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟΝ ΟΥ ΚΑΤΕΛΙΠΕΣ ΘΕΟΤΟΚΕ”
«Ἐν τῇ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες, Θεοτόκε»
Πρωτοπρ. Μιχαὴλ Βοσκοῦ
Ὁ μήνας Αὔγουστος εἶναι χωρὶς καμιὰ ἀμφιβολία ὁ μήνας τῆς Παναγίας. Στὸ μέσον ἀκριβῶς τοῦ Αὐγούστου ἑορτάζεται ἡ Kοίμησις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ποὺ εἶναι ἡ μεγαλύτερη Θεομητορικὴ ἑορτὴ τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλὰ καὶ μιὰ ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες ἑορτὲς τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ μας ἔτους. Οἱ δεκατέσσερεις μέρες ποὺ προηγοῦνται αὐτῆς τῆς ἑορτῆς εἶναι ἐπίσης ἀφιερωμένες στὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο, ἀφ᾿ ἑνὸς μὲν λόγῳ τῆς νηστείας τοῦ Δεκαπενταυγούστου, ἀφ᾿ ἑτέρου δὲ λόγῳ τῆς ψαλμωδίας σὲ ὅλους τοὺς ἱεροὺς ναοὺς τοῦ Μικροῦ καὶ τοῦ Μεγάλου Παρακλητικοῦ Κανόνος, ποὺ ἀποτελοῦν ἰδιαίτερα ἀγαπητὲς στὸν ὀρθόδοξο λαὸ Ἀκολουθίες. Ἀλλὰ καὶ οἱ ὑπόλοιπες μέρες τοῦ Αὐγούστου εἶναι ἀφιερωμένες στὴ Μητέρα τοῦ Κυρίου λόγῳ τῶν μεθεόρτων τῆς Κοιμήσεώς της. Μάλιστα, ἡ Ἀπόδοση τῆς Ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως, ποὺ κανονικὰ γίνεται στὶς 23 τοῦ μηνός, σὲ πολλὰ μοναστήρια καὶ ἰδιαίτερα στὸ Ἅγιον Ὄρος μετατίθεται πρὸς τὸ τέλος τοῦ μηνὸς καὶ συγκεκριμένα στὶς 28, ἐνῶ καὶ ἡ τελευταία μέρα τοῦ Αὐγούστου, ἡ 31η, εἶναι ἀφιερωμένη στὴν Κατάθεση τῆς Τιμίας Ζώνης τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.
Ὅλα αὐτὰ δὲν εἶναι καθόλου τυχαῖα. Εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἰδιαίτερης σημασίας ποὺ ἔχει τὸ πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου στὸ ἔργο τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, ἀλλὰ καὶ τῆς μεγάλης εὐλάβειας ποὺ τρέφει πρὸς τὸ πρόσωπο τῆς Παναγίας ὁ κάθε ὀρθόδοξος πιστός. Ἡ Παρθένος Μαρία εἶναι ἡ μόνη ἀπὸ ὅλες τὶς γυναίκες τῆς παγκόσμιας ἱστορίας, ποὺ ἀξιώθηκε νὰ κυοφορήσει στὰ σπλάχνα της τὸν ἴδιο τὸν Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ, τὸν ἴδιο τὸν Θεό. Καὶ ἡ τιμὴ αὐτὴ δὲν τῆς ἀποδόθηκε τυχαίως, ἀλλὰ λόγῳ τῆς ξεχωριστῆς ἁγιότητος καὶ τῆς ξεχωριστῆς καθαρότητός της. Ἡ Παρθένος Μαρία εἶναι ἡ Παναγία μας, εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἁγία ὅλων τῶν αἰώνων, ἡ “τιμιωτέρα τῶν Χερουβεὶμ καὶ ἐνδοξοτέρα ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ”, ἀλλὰ καὶ ἡ μητέρα ὅλου τοῦ κόσμου, ἡ ἀκαταίσχυντος προστασία τῶν Χριστιανῶν, ἡ Παραμυθία, ἡ Γοργοεπήκοος …
Στὶς 15 Αὐγούστου, λοιπόν, ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τὴν Κοίμηση τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ τὴν εἰς οὐρανοὺς Μετάστασή της. Γιὰ τὸ γεγονὸς αὐτό, ὅπως καὶ γιὰ τὰ γεγονότα ποὺ ἀπετέλεσαν τὸ ἀντικείμενο τῶν ἄλλων Θεομητορικῶν ἑορτῶν (Συλλήψεως, Γεννήσεως, Εἰσοδίων), δὲν ἀναφέρουν ὁ,τιδήποτε τὰ Εὐαγγέλια τῆς Καινῆς Διαθήκης. Σκοπὸς τῶν ἱερῶν Εὐαγγελιστῶν ἦταν ἀποκλειστικὰ νὰ καταγράψουν στὶς σελίδες τῶν Εὐαγγελίων τους τὰ περὶ τῆς ζωῆς καὶ τοῦ ἔργου τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, γιὰ ν’ ἀποδείξουν ὅτι Αὐτὸς εἶναι ὁ σεσαρκωμένος Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου. Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τὸ πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου διεσώθησαν διὰ μέσου τῆς προφορικῆς παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας, ἀπὸ στόμα σὲ στόμα καὶ ἀπὸ γενιὰ σὲ γενιά. Αὐτὲς τὶς πληροφορίες κατέγραψαν ἀργότερα εὐλαβεῖς κατὰ τὸ πλεῖστον συγγραφεῖς, ἀναπτύσσοντάς τες μὲ φανταστικὲς λεπτομέρειες. Οἱ συγγραφεῖς αὐτοὶ γιὰ νὰ προσδώσουν περισσότερο κύρος στὰ γραφόμενά τους, ἀπέδωσαν τὰ κείμενά τους στοὺς Ἀποστόλους τοῦ Κυρίου. Ἡ Ἐκκλησία μας τὰ κείμενα αὐτὰ τὰ ὀνόμασε “ἀπόκρυφα” ἢ “ψευδεπίγραφα” καὶ τὰ ἀπέρριψε, ἄντλησε ὅμως ἀπὸ αὐτὰ τὶς ἱστορικὲς ἐκεῖνες πληροφορίες ποὺ διεσώθησαν διὰ μέσου τῆς προφορικῆς παραδόσεως.
Στὸ γεγονὸς τῆς Κοιμήσεως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἀναφέρεται κατὰ κύριο λόγο μιὰ ἀπόκρυφη διήγηση, ποὺ φέρει τὸ ὄνομα τοῦ Ἀποστόλου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου. Ἡ διήγηση αὐτὴ ἀπετέλεσε τὸ ὑπόβαθρο ὁλόκληρης τῆς ὑμνογραφίας τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως, ἀλλὰ καὶ τὴν πηγὴ ἐμπεύσεως γιὰ τὴν βυζαντινὴ εἰκονογράφηση τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. Μὲ βάση τὸ κείμενο αὐτό, ἀλλὰ καὶ μὲ βάση τὸ Συναξάριο τῆς ἡμέρας, τὰ ἱστορικὰ γεγονότα τὰ σχετικὰ μὲ τὴν Κοίμηση τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἔχουν ὡς ἑξῆς:
Μετὰ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου καὶ τὴν σωματική Του ἀναχώρηση ἀπὸ τὸν παρόντα κόσμο, ἡ Παναγία πήγαινε καθημερινὰ στὸν Πανάγιο Τάφο Του καὶ προσευχόταν. Ὅταν ἔφθασε ὁ καιρὸς ποὺ θά ᾿πρεπε καὶ ἡ ἴδια νὰ ἐγκαταλείψει τὰ ἐγκόσμια - ἡ Παρθένος Μαρία δὲν μποροῦσε ν᾿ ἀποφύγει τὸν θάνατο, ποὺ ἀποτελεῖ τὴν κοινὴ μοίρα ὅλων τῶν ἀνθρώπων -, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς τὴν πληροφόρησε τρεῖς ἡμέρες πρὶν (ἡμέρα Παρασκευὴ) διὰ τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ, ὅτι θὰ μεταβεῖ στὴν ἀληθινὴ ζωή, στὴν αἰώνια ζωή. Μετὰ ἀπ’ αὐτὴν τὴν πληροφορία πῆγε στὸ Ὄρος τῶν Ἐλαιῶν, ὅπου προσευχήθηκε θερμά, ὅπως λίγα χρόνια πρὶν καὶ ὁ Υἱός της, καὶ στὴ συνέχεια ἐπέστρεψε στὸ σπίτι της, τὸ καθάρισε καὶ ἑτοίμασε ὅλα τὰ ἀναγκαῖα γιὰ τὴν ταφή της. Ἀφοῦ παρεκάλεσε τὸν Υἱό της νὰ τῆς στείλει τοὺς Ἀποστόλους Του ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης, γιὰ νὰ εἶναι κοντά της τὶς σημαντικὲς ἐκεῖνες στιγμές, ἀνέμενε τὴν ὥρα τῆς ἀναχωρήσεως της ἀπὸ τὸν παρόντα κόσμο. Πράγματι οἱ Ἀπόστολοι, ποὺ βρίσκονταν σὲ διάφορα σημεῖα τῆς γῆς κηρύττοντας τὸ Εὐαγγέλιο, μετεφέρθησαν θαυματουργικὰ στὴ Γεθσημανῆ, γιὰ νὰ βρεθοῦν κοντὰ στὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο κατὰ τὶς τελευταῖες της στιγμὲς καὶ νὰ κηδεύσουν μὲ τὸν πρέποντα τρόπο τὸ πάντιμο σῶμα της. “Ἀπόστολοι ἐκ περάτων συναθροισθέντες ἐνθάδε, Γεθσημανῆ τῷ χωρίῳ, κηδεύσατε μου τὸ σῶμα· καὶ σὺ Υἱὲ καὶ Θεέ μου, παράλαβέ μου τὸ πνεῦμα”.
Τὴν ἡμέρα τῆς Κοιμήσεώς της (ἡμέρα Κυριακὴ) ἦλθε ὄντως ὁ ἴδιος ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς μὲ χιλιάδες ἀγγέλους, γιὰ νὰ παραλάβει τὴν ψυχὴ τῆς παναγίας μητέρας Του. Ἡ Παναγία εὐλόγησε τοὺς Ἀποστόλους καὶ τὸν κόσμο ὅλο, ἔλαβε τὴν ὑπόσχεση ὅτι ὅποιος ἐπικαλεῖται τὸ ὄνομά της θὰ εὑρίσκει “ἔλεος καὶ παράκλησιν καὶ ἀντίληψιν καὶ παρρησίαν καὶ ἐν τῷ νῦν αἰῶνι καὶ ἐν τῷ μέλλοντι” καὶ παρέδωσε τὴν ἁγία ψυχή της στὰ χέρια τοῦ Υἱοῦ της. Οἱ Ἀπόστολοι μετέφεραν τὴν κλίνη, πάνω στὴν ὁποία τοποθετήθηκε τὸ ζωαρχικὸ σῶμα της, στὴν Γεθσημανῆ, γιὰ νὰ τὸ θάψουν, ἐνῶ οἱ Ἄγγελοι στὸν οὐρανὸ ἔψαλλαν καθ’ ὅλη τὴ διαδρομή. Καθ’ ὁδὸν ἕνας Ἑβραῖος προσπάθησε νὰ πειράξει τὸ σῶμα τῆς Παναγίας, Ἄγγελος ὅμως Κυρίου ἀπέκοψε τὰ χέρια του ἀπὸ τοὺς ὤμους καὶ ἔμειναν κρεμασμένα στὴν κλίνη, μιὰ σκηνὴ ποὺ ἀπεικονίζεται σὲ πολλὲς βυζαντινὲς εἰκόνες τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. Ἀφοῦ βέβαια μετενόησε ὁ Ἑβραῖος, θαυματουργικὰ ἐκολλήθηκαν καὶ πάλιν τὰ χέρια του.
Κατὰ θείαν οἰκονομία ἕνας ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους τοῦ Κυρίου δὲν ἦταν παρὼν κατὰ τὴν κήδευση τοῦ σώματος τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Γιὰ χάρη του λοιπόν, ὅταν ἀργότερα βρέθηκε στὴ Γεθσημανή, ἄνοιξαν τὸν τάφο τῆς Παναγίας τρεῖς ἡμέρες μετὰ τὴν Κοίμησή της. Ὅμως τὸ ἄχραντο σῶμα τῆς Παρθένου Μαρίας δὲν ἦταν πιὰ ἐκεῖ, ἀλλὰ μετέστη στοὺς οὐρανούς. Ἡ γῆ, ὁ τάφος καὶ ὁ θάνατος δὲν μπόρεσαν νὰ κρατήσουν τὸ σῶμα αὐτὸ ποὺ ἀξιώθηκε νὰ κυοφορήσει τὸν ἐνανθρωπήσαντα Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὅπως λοιπὸν συνέβηκε μὲ τὸν Υἱό της, ἔτσι καὶ τὸ δικό της σῶμα ἀναστήθηκε καὶ ἀναλήφθηκε στοὺς οὐρανούς, ὥστε ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ψυχῇ τε καὶ σώματι νὰ πρεσβεύει γιὰ ὅλους μας στὸ θρόνο τοῦ Υἱοῦ καὶ Θεοῦ της. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, συνοψίζοντας τὴν ἐπὶ τοῦ θέματος τούτου πρὸ αὐτοῦ πατερικὴ διδασκαλία, ἀναφέρει στὴν 37η Ὁμιλία του “Εἰς τὴν πάνσεπτον Κοίμησιν” (παράγραφος 9): “συνανίσταται … τῷ πρότερον ἀναστάντι τριημέρῳ Χριστῷ ἡ κιβωτὸς τοῦ ἁγιάσματος αὐτοῦ· καὶ παράστασις γίνεται τοῖς μαθηταῖς τῆς ἐκ νεκρῶν καὶ αὐτῆς ἀναστάσεως αἱ σινδόνες καὶ τὰ ἐντάφια, μόνα περιλειφθέντα τῷ τάφῳ … Οὐκ ἦν δὲ χρεία καὶ ταύτην ἔτι πρὸς ὀλίγον, καθάπερ ὁ ταύτης Υἱὸς καὶ Θεός, ἐνδιατρίψαι τῇ γῇ· διὰ τοῦτο πρὸς τὸν ὑπερουράνιον εὐθὺς ἀνελήφθη χῶρον ἀπὸ τοῦ τάφου …”. Συνανίσταται μαζὶ μὲ τὸν προηγουμένως ἀναστάντα τριήμερο Χριστὸ καὶ ἡ κιβωτὸς τοῦ ἁγιάσματός του. Καὶ γίνονται γιὰ τοὺς μαθητὲς ἀποδεικτικὸ στοιχεῖο περὶ τῆς ἀναστάσεώς της ἀπὸ τοὺς νεκροὺς τὰ σινδόνια καὶ τὰ ἐντάφια, ποὺ μόνα ἀπέμειναν στὸν τάφο. Δὲν χρειάστηκε ὅμως νὰ μείνει καὶ αὐτὴ γιὰ λίγο πάνω στὴν γῆ, ὅπως ὁ Υἱός της καὶ Θεός· γι’ αὐτὸ ἀναλήφθηκε ἀμέσως ἀπὸ τὸν τάφο πρὸς τὸν ὑπερουράνιο χῶρο.
Ἀπὸ τὴν πλούσια ὑμνογραφία τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου θὰ παραθέσουμε χωρὶς περαιτέρω σχολιασμὸ τὸ Δοξαστικὸ τῶν Ἀποστίχων τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Ἑορτῆς. Τὸ Δοξαστικὸ ἀυτὸ ἔχει ὡς ἑξῆς:
“Ὅτε ἐξεδήμησας, Θεοτόκε Παρθένε, πρὸς τὸν ἐκ σοῦ τεχθέντα ἀφράστως, παρῆν Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος καὶ πρῶτος Ἱεράρχης, Πέτρος τε ἡ τιμιωτάτη κορυφαία τῶν θεολόγων ἀκρότης, καὶ σύμπας ὁ θεῖος τῶν Ἀποστόλων χορός, ἐκφαντορικαῖς θεολογίαις ὑμνολογοῦντες τὸ θεῖον καὶ ἐξαίσιον τῆς Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ οἰκονομίας μυστήριον· καὶ τὸ ζωαρχικὸν καὶ θεοδόχον σου σῶμα κηδεύσαντες, ἔχαιρον πανύμνητε. Ὕπερθεν δὲ αἱ πανάγιαι καὶ πρεσβύταται τῶν Ἀγγέλων Δυνάμεις τὸ θαῦμα ἐκπληττόμεναι, κεκυφυΐαι ἀλλήλαις ἔλεγον· Ἄρατε ὑμῶν τὰς πύλας καὶ ὑποδέξασθε τὴν τεκοῦσαν τὸν οὐρανοῦ καὶ γῆς Ποιητήν· δοξολογίαις τε ἀνυμνήσωμεν τὸ σεπτὸν καὶ ἅγιον σῶμα, τὸ χωρῆσαν τὸν ἡμῖν ἀθεώρητον καὶ Κύριον. Διόπερ καὶ ἡμεῖς τὴν μνήμην σου ἑορτάζοντες, ἐκβοῶμεν σοι Πανύμνητε, Χριστιανῶν τὸ κέρας ὕψωσον καὶ σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν”.
Ὅταν μετέστης ἀπὸ τὸν παρόντα κόσμο, Θεοτόκε Παρθένε, καὶ μετέβης πρὸς Ἐκεῖνον, ποὺ γεννήθηκε ἀπὸ ἐσένα μὲ τρόπο ἀνέκφραστο, ἦταν παρὼν ὁ Ἀπόστολος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος, ὁ πρῶτος Ἱεράρχης τῶν Ἱεροσολύμων, καὶ ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, ὁ τιμιώτατος καὶ κορυφαῖος θεολόγος, ἀλλὰ καὶ ὁλόκληρη ἡ θεϊκὴ χορεία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, καὶ ὑμνολογοῦσαν μὲ μυστικὲς θεολογίες τὸ θεῖο καὶ ἐξαίσιο μυστήριο τῆς οἰκονομίας τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ψηλὰ στὸν οὐρανὸ δὲ οἱ πανάγιες καὶ σεβάσμιες Δυνάμεις τῶν Ἀγγέλων, βλέποντας ἔκπληκτες τὸ θαῦμα καὶ κλίνοντας ἡ μία πρὸς τὴν ἄλλη, ἔλεγαν: Ἀνοίξετε τὶς πύλες σας καὶ ὑποδεχθεῖτε ἐκείνην ποὺ γέννησε τὸν Δημιουργὸ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, καὶ ἂς ἀνυμνήσουμε μὲ δοξολογίες τὸ σεπτὸ καὶ ἅγιο σῶμα ποὺ χώρεσε τὸν Κύριό μας, τὸν Ὁποῖον ἐμεῖς δὲν μποροῦμε νὰ δοῦμε. Γι’ αὐτὸ καὶ ἐμεῖς ἑορτάζοντας τὴν μνήμη σου, φωνάζουμε δυνατὰ σὲ σένα Πανύμνητε, ἐνίσχυσε τὴ δύναμη τῶν Χριστιανῶν καὶ σῶσε τὶς ψυχές μας.
(Δημοσιεύθηκε στὸ περιοδικὸ τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κύπρου “Παρέμβαση Ἐκκλησιαστική. Ὀρθόδοξο Πνευματικό Ἔντυπο”, τεῦχος 16 (2011), σ. 141-146)