π. ΜΙΧΑΗΛ ΒΟΣΚΟΥ: Ο ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ ΠΑΝΤΩΝ ΤΩΝ ΕΝ ΤΗ ΝΉΣΩ ΚΥΠΡΩ ΔΙΑΛΑΜΨΑΝΤΩΝ ΑΓΙΩΝ
Ὁ ἑορτασμὸς τῆς μνήμης πάντων
τῶν ἐν τῇ νήσῳ Κύπρῳ διαλαμψάντων Ἁγίων
Πρωτοπρ. Μιχαὴλ Βοσκοῦ
Σὲ κάθε ἡμέρα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους ἑορτάζεται ἡ μνήμη πολλῶν ἁγίων, τὰ ὀνόματα τῶν ὁποίων ἀκοῦμε κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ Ὄρθρου, ὅταν ἀναγινώσκεται τὸ Συναξάριον τῆς ἡμέρας. Στὴν ἀνεξάντλητη χορεία τῶν ἁγίων, ὡστόσο, δὲν περιλαμβάνονται μόνο οἱ ἅγιοι ποὺ καταγράφονται στὸ Συναξάριον κάθε ἡμέρας. Περιλαμβάνεται καὶ πλῆθος ἄλλων ἁγίων ἀφανῶν καὶ ἀγνώστων, παλαιοτέρων καὶ νεωτέρων, ἀφοῦ ἡ Ἁγία ἡμῶν Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία δὲν παύει νὰ γεννᾶ συνεχῶς νέους ἁγίους. Ἔτσι, λοιπόν, γιὰ νὰ ἑορτάζονται ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἀφανεῖς καὶ ἄγνωστοι ἅγιοι, καθιερώθηκε πέραν τῆς καθ’ ἡμέραν μνήμης τους νὰ ἑορτάζονται καὶ διάφορες ὁμάδες ἁγίων, κυρίως μὲ βάση τὸ κριτήριο τῆς τοπικότητος.

Κατ’ ἀρχὰς ἡ Ἐκκλησία μας καθιέρωσε τὸν ἑορτασμὸ τῶν Ἁγίων Πάντων κατὰ τὴν πρώτη Κυριακὴ μετὰ τὴν Πεντηκοστή. Ὁ συγκεκριμένος ἑορτασμὸς καθιερώθηκε ὄχι μόνο γιὰ ὅλους αὐτοὺς τοὺς ἀφανεῖς καὶ ἀγνώστους ἁγίους, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ μᾶς φανερώσει μιὰ βαθύτατη θεολογικὴ ἀλήθεια: ὅτι οἱ ἅγιοι ἀποτελοῦν τὴν ἄμεση συνέπεια τῆς καθόδου τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸ ὑπερῶον τῆς Σιών, τὴν πρώτη καὶ σημαντικώτερη ἀπόδειξη τῆς παρουσίας καὶ ἐπενεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, τὴν πρώτη καὶ σημαντικώτερη ἀπόδειξη τοῦ γεγονότος ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι καὶ παραμένει μιὰ διαρκὴς Πεντηκοστή. Ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος «διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν», ἔζησε ἀνάμεσά μας ὡς ἕνας ἐξ ἡμῶν, ἔπαθε, σταυρώθηκε, ἀναστήθηκε καὶ ἀμέσως μετὰ τὴν Ἀνάληψή Του στοὺς οὐρανοὺς μᾶς ἀπέστειλε κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς τὸ Πανάγιο Πνεῦμα, ποὺ ἀποτελεῖ ἔκτοτε τὴν ψυχὴ τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε νὰ ἔχουμε ἐμεῖς οἱ χοϊκοὶ καὶ ἁμαρτωλοὶ τὴ δυνατότητα νὰ γίνουμε κατὰ Χάριν θεοί, νὰ γίνουμε ἅγιοι.
Κατὰ τὸ πρότυπο τῆς μνήμης τῶν Ἁγίων Πάντων καθιερώθηκε σὺν τῷ χρόνῳ καὶ ἡ μνήμη διαφόρων ὁμάδων ἁγίων. Ἔχουμε, ὡς ἐκ τούτου, τὴ μνήμη πάντων τῶν ἐν Ἁγίῳ Ὄρει διαλαμψάντων ὁσίων πατέρων (Β’ Κυριακὴ Ματθαίου), πάντων τῶν Νεομαρτύρων τῶν μετὰ τὴν Ἅλωσιν τῆς Κων/πόλεως μαρτυρησάντων (Γ’ Κυριακὴ Ματθαίου), πάντων τῶν ἐν Σινᾷ καὶ Ραϊθῷ ἀναιρεθέντων ὁσίων πατέρων (14 Ἰανουαρίου), πάντων τῶν ἐν ἀσκήσει λαμψάντων ἁγίων ἀνδρῶν τε καὶ γυναικῶν (Σάββατον τῆς Τυρινῆς) κ.ο.κ. Ἀναμενόμενο ἦταν νὰ καθιερωθεῖ καὶ ὁ ἑορτασμὸς τῆς μνήμης ὅλων τῶν ἁγίων ποὺ διέλαμψαν σὲ συγκεκριμένες πόλεις ἢ συγκεκριμένες γεωγραφικὲς περιοχὲς (π.χ. Θεσσαλονίκη, Χίος, Εὔβοια, Ἥπειρος κ.ο.κ.).
Στὴν ἴδια γραμμὴ κινήθηκε πρὶν ἀπὸ ἀρκετὲς δεκαετίες καὶ ἡ Ἱερὰ Μονὴ Σταυροβουνίου, πρωτοστατώντας στὴν καθιέρωση τῆς μνήμης πάντων τῶν ἐν τῇ νήσῳ Κύπρῳ διαλαμψάντων ἁγίων, Ἀποστόλων, Μαρτύρων, Ἱεραρχῶν καὶ Ὁσίων κατὰ τὴν πρώτη Κυριακὴ τοῦ μηνὸς Ὀκτωβρίου. Τὴ σχετικὴ ἀκολουθία, καθὼς καὶ τὶς λοιπὲς συναφεῖς ἀκολουθίες (Χαιρετισμοὺς καὶ Παρακλητικὸν Κανόνα) συνέγραψε ὁ Ἅγιος Γεράσιμος ὁ Μικραγιαννανίτης, ὁ μεγάλος αὐτὸς ὑμνογράφος τοῦ 20ου αἰῶνος, ποὺ προσφάτως κατετάγη στὸ ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ Κύπρος μας ἐθεωρεῖτο ἀπὸ τοὺς πρώτους χριστιανικοὺς αἰῶνες ὡς νῆσος τῆς Παναγίας καὶ τῶν Ἁγίων. Ὁ Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν Παῦλος τὴν ἐπέλεξε ὡς τὸν πρῶτο του σταθμὸ κατὰ τὴν πρώτη του ἀποστολικὴ περιοδεία, κατὰ τὴν ὁποία τὸν συνόδευε τόσο ὁ ἱδρυτὴς καὶ προστάτης τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου Ἀπόστολος Βαρνάβας ὅσο καὶ ὁ Ἀπόστολος καὶ Εὐαγγελιστὴς Μᾶρκος, μὲ καταγωγὴ καὶ οἱ δύο ἀπὸ τὴν Κύπρο. Ἔτσι, λοιπόν, ἡ ἰδιαίτερή μας πατρίδα εἶχε τὴ μεγάλη εὐλογία νὰ δεχθεῖ τὴν πίστη στὸν σταυρωθέντα καὶ ἀναστάντα Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Πρωτοκορυφαίου Ἀποστόλου Παῦλου καὶ μάλιστα πρώτη μετὰ τὶς πόλεις τῆς Παλαιστίνης, ποὺ εἶναι τὸ λίκνο τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Τὴν περαιτέρω ὀργάνωση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου ἀνέλαβαν μαζὶ μὲ τὸν Ἀπόστολο Βαρνάβα μεγάλες ἀποστολικὲς μορφές: ὁ Ἅγ. Λάζαρος ὁ τετραήμερος καὶ φίλος τοῦ Κυρίου μας ὡς πρῶτος ἐπίσκοπος Κιτίου, ὁ Ἅγ. Ἀπόστολος Τυχικὸς ὡς πρῶτος ἐπίσκοπος Νεαπόλεως, ὁ Ἅγ. Ἐπαφρᾶς ὡς πρῶτος ἐπίσκοπος Πάφου, ὁ Ἅγ. Αὐξίβιος ὡς πρῶτος ἐπίσκοπος Σόλων καὶ ὁ Ἅγ. Ἡρακλείδιος ὡς πρῶτος ἐπίσκοπος Ταμασοῦ.
Στὸ διάβα τῶν αἰώνων ἡ Κύπρος μας ἀνέδειξε πλῆθος ἁγίων. Ἄλλοι ἐξ αὐτῶν ἦσαν κυπριακῆς καταγωγῆς καὶ ἄλλοι ἔζησαν καὶ ἔδρασαν μὲν στὴν Κύπρο χωρὶς νὰ εἶναι κυπριακῆς καταγωγῆς, ὅπως ὁ Ἅγ. Ἐπιφάνιος ἐπίσκοπος Σαλαμῖνος ἢ Κωνσταντίας, ἀλλὰ καὶ οἱ τριακόσιοι περίπου ὅσιοι ποὺ ἦρθαν στὴν Κύπρο ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη, οἱ ἀποκαλούμενοι Ἀλαμανοί. Ἀπὸ τοὺς κυπριακῆς καταγωγῆς ἁγίους ἄλλοι γεννήθηκαν καὶ ἔδρασαν στὴν Κύπρο, ὅπως ὁ Ἅγ. Σπυρίδων ἐπίσκοπος Τριμιθοῦντος, ποὺ συμμετεῖχε μάλιστα στὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, καὶ ὁ Ἅγ. Νεόφυτος ὁ Ἔγκλειστος, ἄλλοι γεννήθηκαν στὴν Κύπρο καὶ ἔδρασαν ἐκτὸς Κύπρου, ὅπως ὁ Ἅγ. Ἰωάννης ὁ Ἐλεήμων Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας, ὁ ὁποῖος κατὰ τὶς τελευταῖες δεκαετίες ἀνακηρύχθηκε πολιοῦχος τῆς Λεμεσοῦ, ἐνῶ ἄλλοι γεννήθηκαν ἐκτὸς Κύπρου καὶ ἔδρασαν στὴν Κύπρο γιὰ μικρότερο ἢ μεγαλύτερο χρονικὸ διάστημα, ὅπως ὁ Ἀπόστολος Βαρνάβας καὶ ὁ Ἀπόστολος καὶ Εὐαγγελιστὴς Μᾶρκος. Ὑπάρχουν, ἐπίσης, κάποιες περιπτώσεις ἁγίων ποὺ ἦσαν μὲν κυπριακῆς καταγωγῆς, ἀλλὰ γεννήθηκαν καὶ ἔδρασαν καθ’ ὅλη τὴ ζωή τους ἐκτὸς Κύπρου, ὅπως ὁ Ἀπόστολος Ἀριστόβουλος, κατὰ σάρκα ἀδελφὸς τοῦ Ἀποστόλου Βαρνάβα, ὁ ὁποῖος ἀνήκει στὴ χορεία τῶν Ο’ Ἀποστόλων καὶ ὑπῆρξε ἐπίσκοπος Βρεττανίας.
Ἡ ἀνάδειξη ἁγίων στὸν τόπο μας φθάνει μέχρι τὶς ἡμέρες μας. Ἡ ἐπὶ ὀκτὼ σχεδὸν αἰῶνες ὑποταγὴ τοῦ νησιοῦ μας σὲ ξένους δυνάστες (Φράγκους, Ἐνετούς, Τούρκους καὶ Ἄγγλους) δὲν μπόρεσε μὲ κανένα τρόπο νὰ ξεριζώσει τὴν ὀρθόδοξη πίστη ἀπὸ τὴ νῆσο τῶν ἁγίων, παρὰ τὴν ἀφόρητη καταπίεση καὶ τοὺς ἀπηνεῖς διωγμοὺς ποὺ ὑπέστησαν οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες τῆς Κύπρου καθ’ ὅλους αὐτοὺς τοὺς αἰῶνες. Ἀξίζει ν’ ἀναφέρουμε ἐν προκειμένῳ τοὺς τρεῖς κυπριακῆς καταγωγῆς Νεομάρτυρες: τὸν Ἅγ. Πολύδωρο ποὺ μαρτύρησε στὴ Νέα Ἔφεσο τὸ 1794, τὸν Ἅγ. Γεώργιο ποὺ μαρτύρησε στὴν Πτολεμαΐδα τῆς Παλαιστίνης τὸ 1752 καὶ τὸν Ἅγ. Μιχαὴλ ποὺ μαρτύρησε στὴ Μάκρη τῆς Θράκης τὸ 1836. Ὁ τελευταῖος κυπριακῆς καταγωγῆς ἅγιος εἶναι ὁ Ἅγ. Φιλούμενος ποὺ μαρτύρησε στὸ Φρέαρ τοῦ Ἰακὼβ στὴν Παλαιστίνη μόλις τὸ 1979.
Ἀπὸ τὴν Ἀσματικὴ Ἀκολουθία πάντων τῶν ἐν τῇ νήσῳ Κύπρῳ διαλαμψάντων ἁγίων θὰ παραθέσουμε πιὸ κάτω τὸ δεύτερο Ἰδιόμελον τῆς Λιτῆς καὶ τὸ Ἀπολυτίκιον τῶν ἁγίων. Τὸ δεύτερο Ἰδιόμελον τῆς Λιτῆς εἶναι σὲ ἦχο β’ καὶ ἀναφέρει τὰ ἑξῆς:
«Παρεμβολὴ Ἁγίων θεοσύλλεκτε, τέκνα Θεοῦ ἀμώμητα, οἱ τὴν Κύπρον πᾶσαν ἁγιάσαντες καὶ τὸν Χριστὸν δοξάσαντες, ὑμεῖς ἐν διαφόροις καιροῖς ἀκμάσαντες ἐπὶ μίαν χορείαν συνήφθητε ὡς ἀδελφοὶ τῷ πνεύματι· τὸν Θεὸν γὰρ ὁλοψύχως ἀγαπήσαντες ἑαυτοὺς τελείως ἠρνήσασθε. Καὶ οἱ μὲν ἐν ὁσιότητι καὶ δικαιοσύνῃ τὸν βίον ἐκοσμήσατε· οἱ δὲ μαρτυρικοῖς παλαίσματι καὶ εὐσεβείας στεῤῥότητι τὰς ἀντικειμένας ἀρχὰς ἐτροπώσασθε. Καὶ νῦν τοῖς Ἀσωμάτοις συνόντες δήμοις ἀπαύστως πρεσβεύετε ὑπερ τῶν ψυχῶν ἡμῶν».
Θεοσύλλεκτη παρεμβολὴ (= στρατόπεδο, στράτευμα παρατεταγμένο πρὸς μάχη) Ἁγίων, ἄμεμπτα τέκνα τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἁγιάσατε ὁλόκληρη τὴν Κύπρο καὶ δοξάσατε μὲ τὴ ζωή σας καὶ τοὺς ἀγῶνες σας τὸν Χριστό, ἀποτελέσατε μία χορεία ὡς ἀδελφοὶ κατὰ τὸ πνεῦμα, ἔστω καὶ ἂν ζήσατε καὶ ἀκμάσατε σὲ διαφόρους καιρούς. Ἀγαπήσατε τὸν Θεὸ μὲ ὅλη σας τὴν ψυχή καὶ ἀρνηθήκατε τελείως τοὺς ἑαυτούς σας. Καὶ ἄλλοι μὲν ἀπὸ ἐσᾶς στολίσατε τὴ ζωή σας μὲ ὁσιότητα καὶ δικαιοσύνη, ἄλλοι δὲ νικήσατε τὶς δυνάμεις τοῦ ἐχθροῦ, τὸν διάβολο δηλαδή, μὲ τὰ μαρτυρικὰ παλαίσματά σας καὶ τὴ σταθερότητα τῆς εὐσεβείας σας. Καὶ τώρα πρεσβεύετε ἀδιαλείπτως γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ψυχῶν μας μαζὶ μὲ τὰ τάγματα τῶν ἁγίων Ἀγγέλων.
Τὸ Ἀπολυτίκιον τῶν ἁγίων εἶναι σὲ ἦχο α’ (κατὰ τὸ «Τῆς ἐρήμου πολίτης») καὶ ἀναφέρει τὰ ἑξῆς:
«Τοὺς ἐν Κύπρῳ Ἁγίους, Ἀποστόλους καὶ Μάρτυρας, καὶ σὺν Ἱεράρχαις Ὁσίους, κατὰ χρέος οἱ Κύπριοι, χορείαν συγκροτήσαντες καινήν, τιμήσωμεν ᾠδαῖς πνευματικαῖς, ὡς τῆς νήσου καλλωπίσματα εὐκλεῆ, καὶ ἀρωγοὺς κραυγάζοντες. Δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς· δόξα τῷ στεφανώσαντι· δόξα τῷ χορηγούντι δι’ ὑμῶν ἡμῖν θεῖα δωρήματα».
Ἔχουμε χρέος οἱ Κύπριοι νὰ τιμήσουμε μὲ πνευματικὲς ὠδὲς ὅλους ἐσᾶς τοὺς ἐν Κύπρῳ Ἁγίους, τοὺς Ἀποστόλους, τοὺς Μάρτυρες, τοὺς Ἱεράρχες καὶ τοὺς Ὁσίους· ἀφοῦ συγκροτήσουμε καινούργια χορεία, νὰ ἀπευθυνθοῦμε μὲ δυνατὴ φωνὴ σ’ ἐσᾶς ὡς ἔνδοξα καλλωπίσματα (= στολίδια) τῆς νήσου μας καὶ ὡς ἀρωγοὺς στὸν ἀγώνα μας γιὰ τὴν ἐν Χριστῷ σωτηρία. Ἂς ἀποδώσουμε δόξα στὸν Ἅγιο Θεό, ὁ Ὁποῖος σᾶς ἐνίσχυσε στὸν πνευματικό σας ἀγώνα, σᾶς στεφάνωσε μὲ τὸν στέφανο τῆς δικαιοσύνης καὶ διὰ μέσου ὑμῶν χορηγεῖ σ’ ἐμᾶς θεῖες δωρεές.
Μέσα ἀπὸ αὐτὰ τὰ τροπάρια φανερώνεται ἡ ἀναγκαιότητα κοινοῦ ἑορτασμοῦ ὅλων τῶν ἐν Κύπρῳ διαλαμψάντων ἁγίων, ἀλλὰ καὶ ἡ βασικὴ πρὸς τοῦτο αἰτία. Ἡ κατὰ Κύπρον Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἀνέδειξε πλῆθος ἁγίων· ἁγίων ποὺ ἔζησαν σὲ διαφόρους καιροὺς ἀπὸ τὴν ἀποστολικὴ ἐποχὴ μέχρι τὶς ἡμέρες μας, ἁγίων ποὺ ἀνήκουν σὲ ὅλες τὶς κατηγορίες: Ἀπόστολοι, Μάρτυρες, Ἱεράρχες, Ὅσιοι. Ὅποιο δρόμο καὶ ἂν ἀκολούθησαν στὴ ζωή τους, εἴτε τὸν δρόμο τῆς κατὰ Θεὸν ἀσκήσεως, εἴτε τὸν δρόμο τοῦ μαρτυρίου, εἴτε ὁποιοδήποτε ἄλλο δρόμο, ἀποτελοῦν ὅλοι μία κοινὴ χορεία ὡς πνευματικοὶ ἀδελφοί. Συνιστᾶ δὲ ὀφειλόμενο χρέος μας ἡ τιμή τους, γιατὶ εἶναι ἀφ’ ἑνὸς μὲν στολίδια ποὺ κοσμοῦν τὴν ἱστορία τοῦ τόπου μας, ἀφ’ ἑτέρου δὲ ἀρωγοὶ στὸν ἀγώνα μας γιὰ τὴν ἐν Χριστῷ σωτηρία μὲ τὸ λαμπρὸ παράδειγμά τους καὶ τὶς ἀδιάλειπτες πρεσβεῖες τους.
(Δημοσιεύθηκε στὸ περιοδικὸ τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κύπρου «Παρέμβαση Ἐκκλησιαστική. Ὀρθόδοξο Πνευματικό Ἔντυπο», τεῦχος 59 (2024), σ. 681-684)




